Για να εξηγούμαστε από την αρχή. Τούτο το κείμενο ΔΕΝ είναι αφιέρωμα και ο λόγος είναι απλός. Αφορά τον Μπουφόν κι επομένως, αν μοιράζεσαι την ίδια άποψη μ’ εμάς γι’ αυτόν, καταλαβαίνεις ότι θα χρειάζονταν χιλιάδες λέξεις για να καλύψουν αυτό το ποδοσφαιρικό φαινόμενο κι εδώ απλά είναι μια «φτωχή» μαρτυρία ενός από τους αμέτρητους πιστούς του..
Γράφει ο Νικόλας Ακτύπης
Βέβαια, αυτό δεν θα μπορούσαν να το προβλέψουν όσοι βρέθηκαν στις εξέδρες του «Ένιο Ταρντίνι» στις 19 Νοεμβρίου 1995. Όσα κι αν είχαν ακούσει για τις ικανότητες εκείνου του πιτσιρικά που θα ξεκινούσε βασικός στο ματς της Πάρμα κόντρα στην παντοδύναμη Μίλαν, σίγουρα παραξενεύτηκαν. «Μα τι κάνει ο Νέβιο Σκάλα; Αυτός κάτω από το τέρμα είναι ένα παιδάκι. Γιατί δεν έβαλε τον Νίστα;» θα σκέφτηκαν. Παρά τα σωματικά του προσόντα, το πρόσωπό του μαρτυρούσε πως δεν είχε κλείσει καν τα 18. Δεν μπορούσε να ψηφίσει, δεν μπορούσε να βγάλει δίπλωμα, δεν είχε τελειώσει το σχολείο. Πώς στο καλό θα υπερασπιζόταν την εστία των «σταυροφόρων»;
Ενενήντα λεπτά αργότερα δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία σε κανέναν από δαύτους πως μπροστά στα μάτια τους μόλις είχε γεννηθεί ποδοσφαιρικά ένας πραγματικός γίγαντας, με ανάστημα πολύ μεγαλύτερο από αυτό που φανέρωνε το ύψος του. Ο Μπουφόν σε αντίθεση με άλλα νεογέννητα δεν «συστήνεται» με κλάμα, αλλά με πολεμικές κραυγές σαν κι αυτές που αργότερα θα χτίσουν το μύθο του.
Πραγματοποιεί μεγαλειώδη εμφάνιση και σταματά φαρμακερά σουτ όποιου επιθετικού κι αν δοκίμασε να σκοράρει. Γουεά, Μπάτζιο, Εράνιο, Σιμόνε, Μπόμπαν τον κοιτάζουν παράξενα κάθε φορά που εκείνο το παιδαρέλι βγαίνει νικητής. Το παιχνίδι τελειώνει 0-0 και την επόμενη ημέρα σχεδόν κάθε αναλυτής κι εφημερίδα τον χαρακτηρίζει κορυφαίο του αγώνα. Αν αντί για κάτω από τα δοκάρια, βρισκόταν μεταξύ των «τιφόζι» των «παρμέντσι» όπως συνήθιζε, σίγουρα και αυτός θα είχε χειροκροτήσει τον εαυτό του…
Όσο εντυπωσιακός κι αν ήταν όμως στο ντεμπούτο του, όσο κι αν σίγουρα ως παιδί ονειρευόταν, ούτε ίδιος πιθανότατα να περίμενε τη θέση που θα κέρδιζε στη συνείδηση και τις καρδιές του κόσμου. Λατρεύτηκε στην καλύτερη Πάρμα όλων των εποχών, έγινε ο επίγειος Θεός της τεράστιας Γιουβέντους και αποδέχτηκε σαν τέτοιος το δικό της Γολγοθά στη δεύτερη κατηγορία στην Ιταλία.
Το να απαριθμήσει κανείς τους τίτλους ή τις ατομικές διακρίσεις του Τζίτζι είναι μάλλον χαμένος κόπος. Δεν ήταν (μόνο) αυτά που καθόρισαν τη συλλογική μνήμη και το μεγαλείο του. Κυρίως ήταν εκείνα τα παλιομοδίτικα υλικά από τα οποία τον έπλασε ο Δημιουργός του, που τα έβγαζε στο γήπεδο και σπάνια τα συναντά κανείς συγκεντρωμένα σε έναν αθλητή. Ο Μπουφόν ήταν και είναι το απαράμιλλο πάθος του, σε συνδυασμό με την πίστη και την αφοσίωσή του σε σύλλογο και εθνική ομάδα. Είναι εκείνος ο μοναδικός τρόπος που κατευθύνει την άμυνα και ολόκληρη την ομάδα. Είναι η εμβληματική του παρουσία και η ικανότητά του να κάνει την πλέον εντυπωσιακή επέμβαση να μοιάζει με το πιο φυσικό πράγμα του πλανήτη. Είναι το πλατύ χαμόγελο και το τσιγάρο στο στόμα. Και ακόμη, είναι το μοναδικό δέσιμο με τον κόσμο και η αίσθηση που σου έβγαζε πως έμεινε για πάντα ένας από τους «τιφόζι» που απλά έτυχε εδώ και είκοσι χρόνια το εισιτήριο διαρκείας του να είναι στο τέρμα και όχι η εξέδρα.
Τζίτζι, είναι τιμή μας που παίζεις για τα μάτια μας μόνο…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.